Όταν ταξιδεύετε σε Itaca μπορείτε να είστε σίγουροι ότι θα φτιάξετε ένα ωραίο ταξίδι στη θάλασσα (όπως λέει ο Έλληνας ποιητής Καβάφης), ανάμεσα στους στίχους της Οδύσσειας, μαζί με τον Οδυσσέα, και μέσα μας. Στα 20 χρόνια που λείπει Σπίτι Ο Οδυσσέας είναι άνθρωπος νικητής αλλά μονοφωνία. Δεν είναι πλέον α ήρωας, είναι ένα ναυαγός. Πλέει στη θάλασσα με λίγους φίλους της, αλλά έχει χάσει τους βαθμούς αναφορά της ζωής του. Η αίσθηση και το κατεύθυνση δεν ξέρει πια τι είναι. Θα είναι γυναίκες αυτοί οι άνδρες που συνέρχεται για να τον βοηθήσει να βρει μια δύναμη που δεν γράφεται σε κανέναν πόλεμο και να επιστρέψει ο άντρας που είναι η πρώτη ελληνική λέξη της Οδύσσειας.
Πρώτη φορά βλέπουμε τον Οδυσσέα στην Οδύσσεια (γιατί φαίνεται να το βλέπουμε στο πέμπτο βιβλίο) είναι του ώμους, δίπλα στη θάλασσα, στο νησί του Ογιγια όπου τον υποδέχτηκε η όμορφη Καλυψώ εξορία. Έζησαν μαζί 7 χρόνια και για να τον έχουν για πάντα μαζί τους, του υποσχέθηκε ότι θα τον απαλλάξει από παλιά εποχή και από τον θάνατο. Δεν είναι όμως αυτό που θέλει ο Οδυσσέας. Δεν θέλει τουλάχιστον την αθανασία αιωνιότητα που είναι εντελώς άλλο πράγμα. Ο Οδυσσέας αρνείται.
Ο Οδυσσέας, όπως κάποιος που θέλει να γνωρίσει τον εαυτό του ή να τον βρει, πρέπει να αντιμετωπίσει το πολύ δύσκολο ταξίδι στη θάλασσα μέσα από τις πιο ύπουλες προκλήσεις που υπάρχουν, μέσα και έξω από τον εαυτό του: φόβος, νοσταλγία, ευγνωμοσύνη, πόνος και δυσφορία? Είναι ώρα να να αντιδράσει, να κάνει λάθος, που όχι τυχαία σημαίνει περιπλανιέμαι αλλά και να κάνει λάθη.
Η Οδύσσεια δεν είναι μόνο η κουραστική επιστροφή του Οδυσσέα στην πατρίδα του αλλά είναι και μια συνεχής και αδιάκοπη μορφή μι απορρίπτω από συναντήσεις, δεσμούς, περιπέτειες και έρωτες που όλοι έχουμε κατά κάποιο τρόπο χρειάζομαι να πούμε στους άλλους (καθώς και στον εαυτό μας) γιατί είμαστε αυτό που είμαστε είναι.
Φεύγοντας από το νησί της Ωγυγίας μετά από 17 μέρες ήρεμης θάλασσας, βλέπει πλέον την Ιθάκη στον ορίζοντα, τον κυριεύει ένα καταιγίδα που τον κάνει να ναυαγήσει στη χώρα των Φαιάκων. Εκεί ο βασιλιάς Alcinoo, η σύζυγός του Αρετή και η κόρη του Ναυσικά τον καλωσορίζουν. Γυμνός, ναυαγός και άγνωστος τον φιλοξενούν στο δικαστήριο όπου α μπουφές της γιορτής (ακόμα δεν ξέρουν ποιος είναι, αλλά ο καλεσμένος είναι ιερός). Στην καρδιά της βραδιάς το τραγουδάει ο aedo Demodoco πόλεμος της Τροίας και των πρωταγωνιστών της, χωρίς να γνωρίζει την ελπίδα να βρεθεί μπροστά στον Οδυσσέα και ο Οδυσσέας να βρίσκεται στα πρόθυρα της αναγέννησης. Μόλις ακούγεται το παραμύθι, ο Οδυσσέας ξεσπά σε α κραυγή καθαρτικό, μια κραυγή που προέρχεται από το υπόγειο των αναμνήσεων.
Τα λόγια αυτού του ξένου τον έβαλαν μπροστά στον εαυτο του, δεν είναι πια Κανένας, τώρα είναι Κάποιος, είναι ο Οδυσσέας που σηκώνει το κεφάλι. Με δάκρυα (αναβλύζουν μπροστά σε τέτοια αστραπιαία και οδυνηρά συναισθήματα) αναδιατάσσουν το μνήμη και η μνήμη από την οποία είναι φτιαγμένη: είναι υιός από τον Λαέρτη, Μπαμπάς του Τηλέμαχου, σύζυγος από την Πηνελόπη. Ο τόπος του, ο δικός μας, είναι Itaca. Ο Οδυσσέας του Ομήρου υπάρχει, όπως υπάρχει και του Δάντη, και πώς μπορεί να υπάρχει αυτός του καθενός μας. Όπως ο Οδυσσέας, είμαστε όλοι δικοί μας συγγένειες και όπως ο Οδυσσέας αργά ή γρήγορα, μόνοι, ανασφαλείς και ναυαγοί, χρειαζόμασταν βρείτε τους ανά βρούμε τον εαυτό μας. Καλή Ιθάκη σε όλους.
“Τζάνκι του Διαδικτύου. Κύριος της μπύρας. Επαγγελματίας ζόμπι. Εξερευνητής. Αφοσιωμένος υπέρμαχος του καφέ. Μελετητής του Διαδικτύου.”