Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προωθεί κατά το ήμισυ τον δημοσιονομικό ελιγμό της ιταλικής κυβέρνησης υπό την ηγεσία της Giorgia Meloni, μαζί με την Αυστρία, τη Γερμανία, το Λουξεμβούργο, τη Λετονία, τη Μάλτα, τις Κάτω Χώρες, την Πορτογαλία και τη Σλοβακία.
Κατά την παρουσίαση της δέσμης του φθινοπωρινού Ευρωπαϊκού Εξαμήνου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο που περιέγραψε ο Επίτροπος Οικονομίας Paolo Gentiloni, ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ο Ευρωπαίος Επίτροπος Εργασίας και Κοινωνικών Δικαιωμάτων Nicolas Schmit, η Επιτροπή προώθησε μόνο επτά χώρες Κύπρο , Εσθονία, Ελλάδα, Ισπανία, Ιρλανδία, Σλοβενία και Λιθουανία, ενώ το Βέλγιο, η Φινλανδία, η Γαλλία και η Κροατία κινδυνεύουν να μην είναι στη σειρά.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημειώνει ότι στο σχέδιο προϋπολογισμού που παρουσιάστηκε, η Ιταλία δεν τηρεί πλήρως το ανώτατο όριο δαπανών που αναμένεται για το επόμενο έτος με βάση τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ε.Ε.
Η εκτελεστική εξουσία της ΕΕ διευκρινίζει ότι η Ρώμη πρέπει να είναι «έτοιμη να εισαγάγει τα απαραίτητα μέτρα» για να επαναφέρει τα δημόσια οικονομικά σε τροχιά.
Η θέση θα μπορούσε να είναι προπομπός μιας διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος το 2024.
Διασφάλιση πιο συνετών δημοσιονομικών πολιτικών
Στη συνέντευξη Τύπου που διοργανώθηκε στο Στρασβούργο, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις είπε ότι οι Βρυξέλλες συνιστούν «τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν πιο συνετές δημοσιονομικές πολιτικές».
Από την πλευρά του, ο Επίτροπος Gentiloni δήλωσε ότι, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) συνεχίζει τον αγώνα κατά του πληθωρισμού, υπάρχει ανάγκη «υιοθέτησης συντονισμένων και συνετών δημοσιονομικών πολιτικών, ξεκινώντας από τη μείωση των μέτρων στήριξης της εξουσίας».
Σύμφωνα με τον Gentiloni, είναι σημαντικό «τόσο να βελτιωθεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών όσο και να αποφευχθούν οι πληθωριστικές πιέσεις, βοηθώντας έτσι τις οικογένειες να ανακτήσουν την αγοραστική δύναμη» και είναι εξίσου σημαντικό οι κυβερνήσεις να παραμείνουν ευέλικτες, δεδομένου ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις ρίχνουν μια σκιά αβεβαιότητας για την οικονομική άποψη”.
«Καλούμε επίσης τις κυβερνήσεις της ζώνης του ευρώ να διασφαλίσουν υψηλά και διαρκή επίπεδα επενδύσεων, τόσο δημόσιων όσο και ιδιωτικών», δήλωσε ο Επίτροπος της ΕΕ.
Χωρίς αστοχίες
Απαντώντας σε δημοσιογράφους στο Στρασβούργο, ο Τζεντιλόνι δήλωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όταν λέει ότι η Ιταλία και άλλες χώρες που δεν ευθυγραμμίζονται πλήρως με τις συστάσεις του Συμβουλίου πρέπει να είναι έτοιμες να υιοθετήσουν τα κατάλληλα μέτρα, δεν ζητά ήδη σήμερα να προχωρήσει σε διορθωτικούς ελιγμούς.
«Οι προσκλήσεις μας είναι ενιαίες για τις διάφορες ομάδες χωρών και αφορούν, για χώρες που δεν ευθυγραμμίζονται πλήρως με τις συστάσεις, εννέα χώρες. Είναι προσκλήσεις για λήψη κατάλληλων μέτρων, αλλά όχι για λήψη διορθωτικών μέτρων», θέλησε να διευκρινίσει ο Τζεντιλόνι.
Την περασμένη 14η Ιουλίου, βάσει των προτάσεων της Επιτροπής, το Συμβούλιο συνέστησε στην Ιταλία στόχο για ονομαστική αύξηση των καθαρών δημόσιων δαπανών κατά 1,3% όχι μεγαλύτερη από το 2023 έως το 2024.
Η Ιταλία ευθυγραμμίζεται, ωστόσο ονομαστικά, με τις συστάσεις, διότι σύμφωνα με τις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις του στελέχους της ΕΕ, οι καθαρές δημόσιες δαπάνες θα αυξηθούν κατά 0,9% το 2024, σε σύγκριση με το 2023, πολύ κάτω από το όριο του 1,3%.
Ωστόσο, όπως σημειώνει η Επιτροπή της ΕΕ, η αύξηση των δαπανών θα ήταν μεγαλύτερη από ό,τι φαίνεται. Ο στόχος του 1,3% βασίστηκε σε οικονομικές προβλέψεις της περασμένης άνοιξης, οι οποίες προέβλεπαν πολύ χαμηλότερη αύξηση των δαπανών το 2023 από ό,τι στην πραγματικότητα.
Πίσω από αυτή τη διαφορά βρίσκεται η αναταξινόμηση εκ μέρους της κυβέρνησης των εκπτώσεων φόρου που προβλέπονται από το κατασκευαστικό Superbonus, το οποίο από το 2023 θα καταστεί ανείσπρακτο το 2024. Αυτό έχει δει μια ισχυρή αύξηση των αιτημάτων για το Superbonus το 2023, με σημαντική αύξηση του πρωτογενούς δημόσιες δαπάνες, ίσες με 0,8% του ΑΕΠ περισσότερες από ό,τι είχε προβλεφθεί την άνοιξη.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, εάν η σύσταση για το ανώτατο όριο δαπανών για το 2024 είχε γίνει με πραγματικά στοιχεία για το 2023, και όχι με βάση τις εαρινές προβλέψεις, η Ιταλία θα είχε υπερβεί το όριο κατά ποσό που ισοδυναμεί με 0,6% του ΑΕΠ.
Στην παράγραφο 15 της γνώμης της Επιτροπής για τα σχέδια προϋπολογισμού της Ιταλίας αναφέρεται ότι οι καθαρές εθνικές πρωτογενείς δημόσιες δαπάνες εκτιμώνται ως μη σύμφωνες πλήρως με τη σύσταση.
Επομένως, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής, η αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών που χρηματοδοτούνται σε εθνικό επίπεδο θα πρέπει να τηρεί τον μέγιστο συνιστώμενο ρυθμό ανάπτυξης το 2024. «Ωστόσο –διαβάζουμε στα συμπεράσματα της Επιτροπής– εάν οι καθαρές δαπάνες το 2023 ήταν οι ίδιες με τις αναμενόμενες στο τη στιγμή της σύστασης, ο προκύπτων ρυθμός αύξησης των καθαρών δαπανών το 2024 θα ήταν υψηλότερος από τον προτεινόμενο».
Η γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έρχεται μετά την αναθεώρηση της προοπτικής του οίκου αξιολόγησης Moody’s για την Ιταλία προς τα πάνω από «αρνητική» σε «σταθερή», επιβεβαιώνοντας την αξιολόγηση στο Baa3, τη χαμηλότερη μεταξύ των γνωμοδοτήσεων επενδυτικής βαθμίδας. Μια περικοπή της αποτίμησης θα είχε φέρει την Ιταλία στο λεγόμενο επίπεδο «σκουπιδιών».
[A cura di Simone Cantarini]
“Επιχειρηματίας. Φοιτητής. Μελετητής τροφίμων. Σκληρός λάτρης του ιστού. Επικοινωνητής. Φιλικός ποπ πολιτισμός. Ασχολείται με τον καφέ.”