(Adnkronos) – Το σχέδιο προϋπολογισμού της Ιταλίας για το 2024, το οικονομικό πακέτο, «δεν είναι πλήρως σύμφωνο με τις συστάσεις του Συμβουλίου». Αυτή είναι η γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δόθηκε στη δημοσιότητα σήμερα στο Στρασβούργο. Η χώρα μας έχει καλή παρέα: ανήκει στον μεγαλύτερο όμιλο, εννέα χώρες της ζώνης του ευρώ, των οποίων οι ελιγμοί θεωρούνται ότι δεν συνάδουν πλήρως με τις συστάσεις: οι άλλες οκτώ είναι η Αυστρία, η Γερμανία, το Λουξεμβούργο, η Λετονία, η Μάλτα, η Ολλανδία, η Πορτογαλία και Σλοβακία.
Τα οικονομικά μέτρα μόνο 7 χωρών πέρασαν με πλήρη βαθμολογία, δηλαδή σύμφωνα με τις συστάσεις: Κύπρος, Εσθονία, Ελλάδα, Ισπανία, Ιρλανδία, Σλοβενία και Λιθουανία. Άλλες 4 χώρες παραλίγο να αποτύχουν: για την Επιτροπή, οι ενέργειες της Γαλλίας, του Βελγίου, της Φινλανδίας και της Κροατίας “κινδυνεύουν να μην είναι σύμφωνες με τις συστάσεις του Συμβουλίου”. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνέστησε στις χώρες να τηρούν, για το 2024, έναν μέγιστο ρυθμό αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών. Ειδικότερα, το Βέλγιο, η Φινλανδία, η Γαλλία και η Κροατία κινδυνεύουν να μην ευθυγραμμιστούν με αυτή τη σύσταση και πρέπει να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για να ευθυγραμμίσουν την οικονομική πολιτική για το 2024 με τις υποδείξεις του Συμβουλίου, ενώ η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, η Λετονία, οι Κάτω Χώρες και η Σλοβακία δεν ευθυγραμμίζεται πλήρως» με τη σύσταση (η Ρώμη, η Ρίγα και η Χάγη καλούνται να το διορθώσουν). Για την Επιτροπή, κανένα έγγραφο προϋπολογισμού δεν διατρέχει σοβαρό κίνδυνο μη συμμόρφωσης με το σύμφωνο σταθερότητας, όπως ήταν ο πρώτος ελιγμός του Conte Uno, ο οποίος προέβλεπε έλλειμμα 2,4%, στη συνέχεια διορθώθηκε στο 2,04% μετά από μακρά διελκυστίνδα με την Επιτροπή . Πιο συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «θεωρεί ότι η Ιταλία έχει σημειώσει περιορισμένη πρόοδο όσον αφορά τα διαρθρωτικά στοιχεία των δημοσιονομικών συστάσεων που διατύπωσε το Συμβούλιο στις 14 Ιουλίου 2023 και ως εκ τούτου καλεί τις ιταλικές αρχές να επιταχύνουν την πρόοδο». Το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ προβλέπει ότι το ονομαστικό έλλειμμα της Ιταλίας «θα είναι στο 4,4% του ΑΕΠ το 2024, πάνω από την τιμή αναφοράς της συνθήκης του 3% του ΑΕΠ, και ο λόγος δημόσιου χρέους/ΑΕΠ στο 140, 6% του ΑΕΠ το 2024, πάνω από τη συνθήκη τιμή αναφοράς 60% του ΑΕΠ, αλλά 6,5 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από τον δείκτη του τέλους του 2021». Επιπλέον, τα δημοσιονομικά μέτρα που προβλέπει ο οικονομικός προϋπολογισμός της Ιταλίας «δεν αντιμετωπίζουν» το πρόβλημα της διάβρωσης της φορολογικής βάσης. Τον Οκτώβριο του 2023, υπενθυμίζει η εκτελεστική εξουσία της ΕΕ, η κυβέρνηση «υιοθέτησε ένα νομοθετικό διάταγμα που προβλέπει ένα πρώτο βήμα εφαρμογής για τη μείωση της φορολογίας εισοδήματος για μεσαία-χαμηλά εισοδήματα, συνδυάζοντας την πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία με χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή και επανεξετάζοντας τις φορολογικές μειώσεις εισόδημα άνω των 50 χιλ. ευρώ, το οποίο σήμερα έχει νομοθετηθεί μόνο για το έτος 2024. Οι παρεμβάσεις αυτές, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης των φορολογικών εκπτώσεων, είναι μάλλον περιορισμένης έκτασης και δεν αντιμετωπίζουν τη διάβρωση του βασικού φορολογητέου εισοδήματος, το οποίο μειώθηκε περαιτέρω πέρυσι με την επέκταση του καθεστώτος κατ’ αποκοπή φορολογίας για τους αυτοαπασχολούμενους». Από πλευράς δαπανών, ο ελιγμός «παρέχει πρόσθετα κονδύλια για την ανανέωση των δημοσίων συμβάσεων 2022-2024 (και για τον τομέα της υγείας), την παράταση έως το 2024 ορισμένων προγραμμάτων πρόωρης συνταξιοδότησης (με ορισμένες τροποποιήσεις), μέτρα που στοχεύουν στη στήριξη του ποσοστού γεννήσεων και πρόσθετα κεφάλαια για τον τομέα της υγείας, τις τοπικές αρχές και τις πληγείσες από τις πλημμύρες περιοχές τον Μάιο του 2023. Αυτά τα μέτρα αντισταθμίζονται εν μέρει από εξοικονόμηση δαπανών, μαζί με περιορισμένη αναθεώρηση των κρατικών δαπανών, καθώς και ορισμένα περιορισμένα μέτρα αύξησης των εσόδων. Η Επιτροπή εκτιμά ότι το συνολικό κόστος αυτών των μέτρων θα είναι 0,7% του ΑΕΠ το 2024: τα περισσότερα από αυτά αναμένεται να έχουν μόνιμη επίδραση». Το Συμβούλιο της ΕΕ «σύστησε στην Ιταλία να ευθυγραμμίσει τις εκτιμήσεις του κτηματολογίου με τις τρέχουσες αγοραίες αξίες», υπενθυμίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το 2024 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «θα προχωρήσει σε διαδικασίες υπερβολικού ελλείμματος με βάση τα πραγματικά στοιχεία του 2023». Αυτό εξηγεί ανώτατος αξιωματούχος της ΕΕ την ημέρα της γνωμοδότησης για τους οικονομικούς ελιγμούς των χωρών της ζώνης του ευρώ. Στην Ευρωζώνη υπάρχουν «εννέα χώρες» που έχουν προβλεπόμενο έλλειμμα/ΑΕΠ πάνω από 3% το 2024, σημειώνει, και μεταξύ αυτών είναι και η Ιταλία. Σε αυτήν την περίπτωση, η Ρώμη θα εξακολουθούσε να έχει καλή παρέα: οι άλλες είναι το Βέλγιο, η Ισπανία, η Γαλλία, η Λετονία, η Μάλτα, η Σλοβενία, η Σλοβακία και η Φινλανδία. Το Συμβούλιο είχε συστήσει στην Ιταλία να χρησιμοποιήσει τους πόρους που εξοικονομήθηκαν με την απόσυρση των μέτρων στήριξης που δρομολογήθηκαν με την ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία για να «μειώσει το έλλειμμα», αλλά αντ’ αυτού χρησιμοποιήθηκαν για την αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών. Είναι ένας από τους λόγους, εξηγεί ο ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ, γιατί η χώρα μας δεν θεωρείται πλήρως σύμφωνη με τις συστάσεις. Σύμφωνα με την πηγή «θα ήταν σκόπιμο να χρησιμοποιηθούν αυτές οι οικονομίες για δημοσιονομική εξυγίανση». Η Ιταλία «θα πρέπει να επανορθώσει το ονομαστικό και το διαρθρωτικό έλλειμμα», διανύοντας μια «περίοδο δημοσιονομικής εξυγίανσης», εξηγεί. Η Ιταλία, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην πραγματικότητα στον οικονομικό ελιγμό για το 2024 δεν τήρησε τη σύσταση του Συμβουλίου να περιορίσει την αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών στο +1,3% από το 2023 έως το 2024, λόγω του ότι τόσο η χρήση του Superbonus και η λογιστική ταξινόμηση των σχετικών δαπανών είχε αντίκτυπο στους δημόσιους λογαριασμούς για το 2023, εξήγησε περαιτέρω ο ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ. Η αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών από το 2023 έως το 2024 που προβλέπεται από τον προϋπολογισμό είναι 0,9%, «άρα κάτω από το 1,3%» που προτείνει το Συμβούλιο. Ωστόσο, οι καθαρές πρωτογενείς δαπάνες το 2023 αυξήθηκαν ως αποτέλεσμα του Superbonus και οι τρέχουσες εκτιμήσεις δείχνουν ότι θα είναι υψηλότερες από τις προβλεπόμενες, κατά περίπου 0,8% του ΑΕΠ. Εάν οι καθαρές πρωτογενείς δαπάνες το 2023 είχαν παραμείνει αμετάβλητες, χωρίς το φαινόμενο Superbonus, ο ρυθμός αύξησης των δαπανών που προβλέπεται για το 2024 από τον προϋπολογισμό θα ήταν υψηλότερος από το προτεινόμενο 1,3%. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή πιστεύει ότι το μέτρο, από αυτή την άποψη, δεν είναι πλήρως σύμφωνο με τις συστάσεις του Συμβουλίου. —[email protected] (Πληροφορίες Ιστού)
“Επιχειρηματίας. Φοιτητής. Μελετητής τροφίμων. Σκληρός λάτρης του ιστού. Επικοινωνητής. Φιλικός ποπ πολιτισμός. Ασχολείται με τον καφέ.”